Πόσο κοστίζουν στην πραγματικότητα οι δωρεάν υπηρεσίες της Google; Κατά τη συγγραφέα Shoshana Zuboff, περισσότερα από όσα νομίζετε. Ο “καπιταλισμός της παρακολούθησης” – ένας όρος που η ίδια επινόησε το 2014 – είναι ένας εξαίρετος τρόπος να μεταφέρει κανείς τη συμφωνία του Φάουστ στο επίκεντρο της ψηφιακής οικονομίας.
Ίσως αυτή να είναι η πιο κατάλληλη εποχή για να ασχοληθούμε με τις “σκοτεινές δυνάμεις” της οθόνης. Τελικά, είναι η Google μία “σατανική ιδιοφυΐα”, όπως υποστηρίζει η συγγραφέας στο τελευταίο της βιβλίο;
“Οι χρήστες υπνοβατούν σε αυτόν τον νέο κόσμο των smart συσκευών και των smart πόλεων, που δημιουργούνται περισσότερο προς όφελος εκείνων που καταγράφουν όλα τα δεδομένα τους.” Για να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε καλύτερα κάθε smart συσκευή, συναινούμε στη διάθεση των πιο ευαίσθητων δεδομένων μας χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι στην πράξη τα βάζουμε προς πώληση για “συμπεριφορικές αναλύσεις των μελλοντικών αγορών”.
Αλήθεια, πόσοι από εμάς συνειδητοποιούμε ότι τα κινητά μας τηλέφωνα έχουν και το ρόλο συσκευών εντοπισμού, που επιτρέπουν στις εταιρίες να εντοπίζουν ακριβώς την τοποθεσία μας για να μας προωθούν τις κατάλληλες διαφημίσεις; Η εμμονή με την οποία οι εταιρίες συλλέγουν όλο και περισσότερα δεδομένα για την καθημερινή ζωή μας – πώς αγοράζουμε, πώς ασκούμαστε, πώς κοινωνικοποιούμαστε – με σκοπό να προβλέψουν και να διαμορφώσουν τις αγοραστικές μας συνήθειες, είναι άνευ προηγουμένου.
Σε όλο αυτό, η Google είναι μία σατανική ιδιοφυΐα. Ξεκίνησε τη ζωή της σαν δύναμη του καλού. Το 1998, οι ιδρυτές της, Larry Page και Sergey Brin, συνέταξαν ένα κείμενο – σταθμό, στο οποίο προειδοποιούσαν τους καταναλωτές ότι οι μηχανές αναζήτησης που κινούνται από τις διαφημίσεις δεν θα λειτουργούν με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες τους.
Ο ιδεαλισμός τους, όμως, τέλειωσε με το dotcom crash του 2000-2001, το οποίο και τους ανάγκασε να αποφέρουν κέρδος στην εταιρία με κάποιον τρόπο. “Μεταμορφώθηκε από έναν νεαρό Dr. Jekyll σε έναν αδίστακτο Mr. Hyde, αποφασισμένο να καταδιώκει το θήραμά του παντού και πάντα,” γράφει η συγγραφέας.
Πριν να καταδικάσουμε, όμως, τη Google και οποιαδήποτε άλλη τεχνολογική εταιρία, οφείλουμε να λάβουμε υπ’ όψιν μας σημαντικούς παράγοντες. Δεν μπορούμε, για παράδειγμα, να κλείνουμε τα μάτια στα οφέλη των προϊόντων που προσφέρει – όπως είναι η μηχανή αναζήτησης, οι χάρτες και το Gmail. Καμία εταιρία δεν έχει προσφέρει ποτέ τόσα εργαλεία αναζήτησης και επικοινωνίας σε άμεση διαθεσιμότητα του χρήστη.
“Αν η υπηρεσία είναι δωρεάν,“ είπε κάποτε ο Tim Cook της Apple, “δεν είστε ο πελάτης αλλά το προϊόν.” Όσο αληθές κι αν είναι αυτό, οι άνθρωποι φαίνεται να εκτιμούν τις “δωρεάν” παροχές παρά το τίμημα της παρακολούθησής τους. Σύμφωνα με μία ανάλυση της Εθνικής Υπηρεσίας Οικονομικών Ερευνών (NBER), οι χρήστες των μηχανών αναζήτησης θα έπρεπε να πληρώνονται $1,000 μηνιαίως για να σταματήσουν να κάνουν χρήση της υπηρεσίας.
Και για τους ανθρώπους που έχουν απηυδήσει με τις τακτικές της Google, υπάρχουν πάντα εναλλακτικές: Η DuckDuckGo, για παράδειγμα, είναι μία μικρότερη μηχανή αναζήτησης που εξασφαλίζει στους χρήστες της ότι δεν εντοπίζει την τοποθεσία τους. Η ανταγωνιστική αγορά ψηφιακής ιδιωτικότητας έχει ήδη ανοίξει, και οι μεγάλες εταιρίες ήδη κατευθύνουν το μάρκετινγκ τους προς αυτήν την οδό.
Αλλά σε ένα βιβλίο που αποκαλεί τον καπιταλισμό παρακολούθησης “απειλή του 21ου αιώνα για την ανθρώπινη φύση”, ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημα είναι ότι η συγγραφέας παίρνει την ιδιοφυΐα της Σίλικον Βάλλεϋ – σατανική ή μη – υπερβολικά στα σοβαρά. Στην προσπάθειά της να τονίσει το φαινόμενο ως “τραγικό αναπόφευκτο”, πέφτει στην παγίδα του.
Σαφώς και πρέπει να ρίχνουμε φως στον τρόπο που οι εταιρίες εκμεταλλεύονται τα δεδομένα μας για να καθοδηγήσουν τη συμπεριφορά μας. Αλλά το να ορίζουμε τον καπιταλισμό παρακολούθησης ως την απολυταρχία του Big Brother που απειλεί την ελευθερία του ανθρώπου; Αυτή η θεωρία κι αν αγγίζει τα όρια του “τραγικού αναπόφευκτου”…

Ο χρήστης Global Press όπως και ο χρήστης Globalist είναι τα δύο βασικά προφίλ αρθρογράφων της συντακτικής ομάδας του Globalist Magazine Greece.